Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013

Παρασκευή, 6 Δεκεμβρίου 2013


Ἅγιος Νικόλαος, «ὁ γαληνεμένος ὅρμος καὶ τὸ λιμάνι της σωτηρίας»


Ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ἡ ἥμερη πρεσβυτικὴ μορφὴ μεσα στὴ χορεία τῶν ἁγίων Ιεραρχων της Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ τύπος καὶ ὁ κανόνας της ἱερατικῆς ταπεινοφροσύνης καὶ πραότητας. «Εἰκόνα πραότητος» τὸν ὀνομάζει ἡ Ἐκκλησία, γιατί πρῶτος καρπὸς της ταπεινοφροσύνης εἶναι ἡ πραότητα. Ὁ ἅγιος Νικόλαος εἶναι ὁ λειτουργὸς της Ἐκκλησίας, που μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν πραότητά του, μὲ τὸ φρόνημα της στερήσεως μᾶλλον καὶ της ἑκούσιας φτώχειας, ἔφτασε στὴν πνευματικὴ πληρότητα καὶ ἀπόκτησε τὸν οὐρανό. Κανόνας καὶ πρότυπο εἶναι ὁ ἅγιος Ἱεράρχης, καθὼς τὸ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία στὸ γνωστὸ σε ὅλους τροπάριο. «Κανόνα πίστεως καὶ εἰκόνα πραότητος ἐγκρατείας διδάσκαλον ἀνέδειξε σε τὴ ποίμνη σου ἥ των πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τουτο ἐκτήσω τὴ ταπεινώσει τὰ υψηλα τὴ πτωχεία τὰ πλουσια…».

Ἡ ὑμνολογία κάθε ἑορτῆς εἶναι παντα ἡ καλύτερη γλώσσα, μὲ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία ἐκφράζει τὸ φρόνημά της ἀπέναντι στὰ πρόσωπα καὶ τὰ γεγονότα της πίστεως. Γιατί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πρόσωπα καὶ γεγονότα παντα ἑορτάζει· τὰ πρόσωπα του Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλων των ἁγίων καὶ τὰ γεγονότα της θείας οἰκονομίας, ὅσα ἔπραξε ὁ Λόγος του Θεοῦ κατὰ τὸ διάστημα της ἐνσάρκου ἐπιδημίας του ἐδῶ στὴ γῆ. Καὶ ἡ ὑμνολογία λοιπὸν της σημερινῆς ἑορτῆς κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο καὶ πολυ παραστατικα ἐκφράζει τὴν τιμὴ καὶ τὰ ιερα αἰσθήματα της Ἐκκλησίας πρὸς τὸν ἅγιο Νικόλαο. Καὶ πρέπει νὰ προλάβουμε νὰ ποῦμε πως τὰ ἐγκώμια πρὸς τὸν ἅγιο δὲν εἶναι ἁπλῶς ποιητικες εκφρασεις καὶ δὲν εἶναι καν ἐγκώμια, ἀλλὰ ἱστορία πραγματικῶν γεγονότων, «ἥ των πραγμάτων ἀλήθεια» ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐπισκοπικὴ διακονία του ἁγίου Νικολάου, κι ὅταν ἦταν ἐδῶ στὴ γῆ κι ὅταν ἔφυγε στοὺς οὐρανοὺς καὶ τελεῖ τώρα τὴ θεία Λειτουργία στὸ ουρανιο θυσιαστήριο. Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ φιλοι του Θεοῦ καὶ οἱ εὐεργέτες τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴ ζωὴ ἐδῶ καὶ «μετα θάνατον», ὅταν οἱ μαρτυρες μὲ τὸ αἷμα τους καὶ οἱ ἱεράρχες μὲ τὴν ἱερωσύνη τους καὶ ὅλοι μὲ τὴν ἁγιωσύνη τοὺς πρεσβεύουν για μᾶς στὸ Θεό. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, ἀνθρώπων τῶν «ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» καὶ τῶν «ἐπὶ γης περιλειπομένων».

Ἀνεξάντλητη εἶναι ἡ ἔμπνευση τῶν ιερων ὑμνογράφων, παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ἁγιωσύνη καὶ τὸ ἱερατικὸ του ἔργο, για νὰ ὑμνήσει τὸν ἅγιο Νικόλαο. Εἶναι ἐκεῖνος που, «πανταχοῦ καλούμενος», προφταίνει νὰ δείξει σε ὅλους τὴν εὐεργετικὴ του προστασία. Εἶναι ὁ «μέγας ἀντιλήπτωρ καὶ θερμος τοῖς ἐν κινδύνοις τελούσιν…», σε κείνους που κινδυνεύουν εἴτε στὴ στεριὰ εἴτε στὴ θάλασσα, «τοῖς ἐν γῆ καὶ τοῖς πλέουσι». Στὴν ἑορτὴ του σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἐγκωμιάζει «της εὐσέβειας τὸν πύργον τῶν πιστων τὸν πρόμαχον», καὶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος βάζει στὸ στόμα τῶν πιστων αὐτὰ τὰ λογια καὶ τοὺς χαρακτηρισμοὺς για τὸν ἅγιο ἱεράρχη, που ιδιαιτερα εἶναι προστάτης τῶν θαλασσινῶν «ὅρμος ὁ γαληνότατος ἐν ω καταφεύγοντες οἱ τρικυμίαις του βίου περιστατούμενοι σώζονται…». Οἱ τρικυμίες δὲν εἶναι μονο στὴ θάλασσα, ἀλλὰ ὅλος ὁ βίος τῶν ἀνθρώπων εἶναι τρικυμισμένο πέλαγος, που για νὰ τὸ διαπλεύσουν χρειάζονται πλοηγό, που θὰ τοὺς ὁδηγήσει νὰ φτάσουν στὸ γαληνεμένο ὅρμο καὶ τὸ λιμάνι της σωτηρίας. Καὶ ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὅπως τὸν βλέπει στὴ συνείδησή της καὶ τὸν ἐγκωμιάζει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ὁ μέγας καὶ θερμος προστάτης καὶ βοηθὸς ἐκείνων που κινδυνεύουν καὶ στὴ γῆ καὶ στὴ θάλασσα· «μέγας ἀντιλήπτωρ καὶ θερμος τοῖς ἐν τοῖς κινδύνοις τελούσι… τοῖς ἐν γῆ καὶ τοῖς πλέουσιν».

Ἀλλὰ ἀκόμα πιὸ πολυ, στὸ ιερο πρόσωπο του ἁγίου Νικολάου, ἡ Ἐκκλησία ἐγκωμιάζει τὸν ἱερέα καὶ τὸ λειτουργό των θείων μυστηρίων, τὸν καλὸ ποιμένα καὶ τὸν Ἱεράρχη, «της εὐσέβειας τὸν πύργο τῶν πιστων τὸν πρόμαχον». Γιατί ὁ ἐπίσκοπός των Μύρων της Λυκίας, μεσα σε ὅλη του τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν πραότητα, ὕπηρξε ὁ ἰσχυρὸς προστάτης της ὀρθοδοξίας, καθὼς τὸ ἔδειξε στὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, που μὲ ἕνα δικὸ του πρακτικο τρόπο ὑπεράσπισε τὴν ἀληθινὴ πίστη. Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία στὸ πρόσωπο του ὑμνεῖ «Ιεραρχων τὴν καλλονὴν καὶ τῶν Πατέρων κλέος», καὶ τὸν ὀνομάζει «Ιεραρχων ὡραιότατον κλέος καὶ δόξαν». Ἀπευθύνεται πρὸς τὸν ἅγιο μὲ βαθειὰ εὐλάβεια καὶ προσευχητικὴ οἰκειότητα, για νὰ του πεῖ λογια ἀληθινῆς πνευματικῆς ὡραιότητας• «ἄνθρωπε του Θεοῦ καὶ πιστὲ θεράπον καὶ οἰκονόμε τῶν αυτου μυστηρίων…».

Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε οτι τὸ ἰδιόμελο της ἑορτῆς της Πεντηκοστης «Παντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον», ψάλλεται κατὰ τὴν ἐκλογὴ τῶν Ἐπισκόπων, καὶ τονίζεται σ’ αὐτὸ ἡ φράση οτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ολον συγκροτεῖ τὸν θεσμὸν της Ἐκκλησίας», που ἀκριβῶς εἶναι θεσμὸς ἱερωσύνης.

Αυτου του Ἁγίου Πνεύματος ὁ ἅγιος Νικόλαος, «ὁ θεῖος της θειοτάτης ἱερωσύνης κανων», εἶναι ἡ μυροθήκη, καθὼς σε ἕνα ἰδιόμελο ποιητικότατα ψάλλει ἡ Ἐκκλησία· «Πάτερ Νικόλαε του Παναγίου Πνεύματος μυροθήκη ὑπάρχων ως ἔαρ μυρίζεις εὐφρόσυνόν των θείων ἀρωμάτων Χριστοῦ». Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς στὴ θεία Γραφὴ λέγεται «μύρον ἐκκενωθέν», τὸ μύρο που χύθηκε σὰν ἀπὸ ἀλαβάστρινο δοχεῖο καὶ «ἐπλήρωσε τὰ σύμπαντα εὐωδίας», μοσκοβόλησε ὁ κόσμος. Τὸ ιδιο, σὰν ανοιξιατικα μυρόπνοα ἄνθη, ἄνθη του Παραδείσου, καθὼς στὴν ἑορτὴ τῶν ἁγίων Πατέρων ψάλλει ἡ Ἐκκλησία, τὸ ιδιο ὅλοι οἱ ἅγιοι, σὰν μυροθῆκες του Ἁγίου Πνεύματος, ἀρωματίζουν τὴ ζωὴ του κόσμου. Ὄχι μονο μὲ τὰ λογια τους, ὄχι μονο μὲ τὰ ἔργα τους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἁγιασμένη τοὺς μορφή, καθὼς σε μια ὁμιλία του λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσοστομος οτι «τῶν ἁγίων οὐχὶ τὰ ρήματα, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ τὰ πρόσωπα πνευματικῆς γέμει χάριτος».

Τὸ αἰσθανόμαστε καὶ τὸ ζοῦμε αὐτό, ὅταν βλέπουμε καὶ τὴν εἰκόνα του ἁγίου Νικολάου· στὰ ιερο πρόσωπο του ἁγίου, ἔτσι ὅπως ἡ μορφὴ του σώζεται στὴν παράδοση της ὀρθόδοξης εἰκονογραφίας, διαλάμπει μια πνευματικὴ χάρη, μια ψυχικὴ γαλήνη καὶ μια ἐσωτερικὴ ὀμορφιά, που ὅλα αὐτὰ εἶναι καρπὸς του πνεύματος της ταπεινοφροσύνης καὶ της πραότητας. Αὐτὲς οἱ ἀρετὲς πρῶτες εἶναι που ἀνεβάζουν καὶ ὑψώνουν τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς κάνουν σὰν ἀγγέλους στὴ γῆ, ὥστε νὰ τοὺς ἐγκωμιάζει ἡ Ἐκκλησία καὶ νὰ μην κινδυνεύει νὰ κατηγορηθῶ για ὑπερβολὴ ὅταν ψάλλει, καθὼς τώρα στὸν ἅγιο Νικόλαο «Βροτὸς ὑπάρχων οὐράνιος ἰσάγγελος ἐν γῆ πεφανέρωσαι».

Ἀλλὰ καιρὸς εἶναι νὰ συναγάγουμε τὰ πρακτικα συμπεράσματα ἀπὸ τὴν ὑμνολογία της ἑορτῆς του ἁγίου Νικολάου καὶ νὰ συγκροτήσουμε τὴν εὐαγγελικὴ διδαχὴ της ταπεινοφροσύνης καὶ της πραότητας, που εἶναι τὰ κυρια γνωρισματα της ἱερῆς προσωπικότητας, που ἑορτάζει καὶ τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Δὲν εἶναι λοιπὸν ὁ ἐξωτερικὸς θόρυβος καὶ ἡ κοσμικὴ ἐπίδειξη, που ἐπιβάλλουν καὶ καθιερώνουν τὸν ιερο ποιμένα στὴ συνείδηση του ἐκκλησιαστικοῦ ποιμνίου του· δὲν εἶναι ἡ κοινωνικὴ λαμπρότητα καὶ ἐπιβολή, που τὸν ἀναδεικνύουν. Εἶναι «ἥ των πραγμάτων ἀλήθεια». Τουτο παντα τὸ ξεχνᾶμε καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ποιμένες καὶ ὁ λαός, γιατί μᾶς ξεγελᾶ ἡ ἐπιφάνεια καὶ δὲν προσέχουμε στὸ βάθος τῶν πραγμάτων. Ἐκεῖ στὸ βάθος εἶναι ἡ ἀλήθεια, μα για νὰ τὴ βρεῖ κανεὶς καὶ νὰ τὴν ἀγαπήσει πρέπει νὰ ἔχει ταπεινὸ φρόνημα. Νὰ μην τὸν ξεγελᾶ ὅ,τι λάμπει κι ὅ,τι κάνει θόρυβο, κι ἀλλοίμονο, ἂν πιστέψουμε καὶ οἱ ποιμένες καὶ ὁ λαὸς πως ἡ ἱερατική μας διακονία εἶναι ζήτημα κοσμικῶν συνθηκῶν καὶ προσωπικων μᾶς μονο ἱκανοτήτων. Τότε θὰ μᾶς ἀφήσει ἡ θεία Χάρη καὶ θὰ μείνουμε κενοὶ καὶ ἄχρηστοι, γιατί ὁ Θεὸς «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χαριν».

Ἡ πρώτη εὐαγγελικὴ ἀρετὴ εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Ὄχι τὸ συναίσθημα της μειονεξίας, για τὸ ὁποῖο κάνουν λόγο ἡ σύγχρονη παιδαγωγικὴ καὶ ἡ ψυχολογία. Οὔτε πολυ περισσοτερο ἡ ταπεινολογία, που εἶναι ὑποκρισία καὶ ψεῦδος. Ἀλλὰ ἡ ταπεινοφροσύνη, που εἶναι ἡ βαθειὰ καὶ αγια ἀρετὴ στὸν πιστὸ ἄνθρωπο, νὰ θέλει νὰ γνωρίζει καλα τὸν ἑαυτό του. Ἕνα τέτοιο φρόνημα εἶναι ἡ βάση καὶ ἡ ἀρχὴ της προκοπῆς· της πνευματικῆς προκοπῆς, γιατί αὐτὸ μας ἐνδιαφέρει παντα. Κανένας δὲν πηγαίνει πιὸ πάνω στὴ σκάλα της ἁγιωσύνης, ἂν δὲν ὁμολογήσει στὸν ἑαυτὸ του πως εἶναι χαμηλα, πως του λείπουν ἀκόμα πολλα, πως δὲν εἶναι ἐκεῖνος που ἔπρεπε καὶ μποροῦσε νὰ εἶναι. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὸ εἶπε επιγραμματικα· «πας ὁ ταπεινῶν εαυτον ὑψωθήσεται»· ὑψοποιὸς ἀρετὴ εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη.

Ἐπάνω στὴν ταπεινοφροσύνη στηρίζεται ολο τὸ οἰκοδόμημα του χριστιανικοῦ βίου. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἄρχισε τὴν «ἐπὶ του ορους» ὁμιλία μὲ τὸ μακαρισμὸ τῶν ταπεινοφρόνων ἀνθρώπων «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι…». Χαρὰ σε κείνους που ἔχουν ταπεινὸ φρόνημα, μικρὴ γνώμη για τὸν ἑαυτό τους· που δὲν βλέπουν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους παρακάτω ἀπ’ αὐτούς, που δὲν ἔχουν τὴν ἀξίωση ὅλος ὁ κόσμος νὰ τοὺς προσκυνᾶ καὶ νὰ τοὺς ὑπηρετεῖ· αντιθετα αἰσθάνονται χρέος τοὺς αὐτοὶ νὰ διακονήσουν τοὺς ἄλλους· «οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι…», εἶπε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Κι ὄχι μονο τὸ εἶπε, ἀλλὰ καὶ τὸ ἔπραξε. Τὸ ιδιο ὁ μεγάλος Ἀπόστολος τὸ ἔγραψε μὲ αὐτὰ τὰ λογια· «Μηδεὶς τὸ εαυτου ζητήτω, ἀλλὰ τὸ ἑτέρου ἕκαστος». Αὐτὸ εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη σε μια θετικὴ καὶ εὐεργετικὴ της ἔκφραση, συνδυασμένη μὲ τὴν ἀγάπη· καὶ δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία πως ἀπὸ τουτο ἐδῶ το σημεῖο ἀρχίζει ἡ λύση ὅλων των προβλημάτων, που ἀπασχολοῦν παντα τὴν κοινωνικὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἴσως περισσότερα σήμερα.

Λίγοι κέρδισαν τόση ἀγάπη καὶ τόση συμπάθεια στὶς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων, ὅσο ὁ ἅγιος Νικόλαος, του ὁποίου σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴ μνήμη. Στὸν ἅγιο Νικόλαο πραγματοποιήθηκε κατὰ λέξη ὁ λόγος του Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ· «Μακάριοι οἱ πραεῖς, οτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν». «Πράος καὶ ταπεινὸς τὴ καρδία», καθὼς ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ἅγιος Νικόλαος εἶναι γνωστὸς καὶ τιμᾶται σε κάθε τόπο. Τὸ ὄνομά του εἶναι γνωστὸ σ’ ολο τὸν κόσμο, καὶ σχεδὸν δὲν ὑπάρχει χριστιανικὴ οἰκογένεια, που νὰ μην τὸ τιμᾶ σ’ ἕνα της πρόσωπο. Ἡ Ἐκκλησία, καθὼς τὸ ἀκούσαμε, τὸν ὀνομάζει «μυροθήκην του Ἁγίου Πνεύματος», «κανόνα πίστεως» καὶ «εἰκόνα πραότητος». Ἡ ὑμνολογία της ἑορτῆς του ἁγίου εἶναι πλουσια σε πνευματικα ἄνθη καὶ ιερο ποιητικὸ λυρισμό, που φανερώνει ἀκριβῶς τὴν εὐλάβεια της Ἐκκλησίας πρὸς τὸν «κατ’ ἐξοχὴν» οἰκογενειακό, προστάτη καὶ πατέρα ἅγιο. «Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων», λέει ἡ θεία Γραφή, καὶ πραγματικα ἡ μνήμη του ἁγίου ἐπισκόπου των Μύρων μὲ πολλα ἐγκώμια διατηρεῖται καὶ σώζεται στὸ πέρασμα του χρόνου μεσα στὶς συνειδήσεις τῶν χριστιανῶν.

Πηγή: +Διονυσίου Λ. Ψαριανού, Μητρ. Σερβίων καὶ Κοζάνης, Ὁ Λόγος του Θεοῦ, τ. Α΄, ἔκδ. Ἀποστ. Διακονία, σ.549-555, ἀποσπάσματα, Ελληνικα καὶ Ορθοδοξα
kai agios.dimitrios.kouvaras.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου