Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

Μάνα μου Παναγία, σου μιλώ σαν μάνα…

Μάνα μου Παναγία, σου μιλώ σαν μάνα…
λίγες σκέψεις και λίγα άτεχνα λόγια, ως έκφραση της ευγνωμοσύνης μου για την βοήθεια της Παναγίας μας στον αγώνα της μητρότητας.

Μάνα Παναγία, σε Εσένα προστρέχουμε, γιατί μας νιώθεις σαν μάνα…

Σε Εσένα, γλυκιά Παναγία, προστρέχει ο πιστός λαός Σου ολοχρονίς και περισσότερο αυτές τις μέρες του ευλογημένου μήνα Σου. Και απολαμβάνει τις ευλογίες που σκορπάς απλόχερα, «προς το συμφέρον της αιτήσεως».

Οι μάνες , όμως, θαρρώ πως σε νιώθουμε πιο κοντά μας. Γιατί και εσύ έγινες μητέρα και απευθυνόμαστε στη Χάρη Σου και τολμάμε να σου μιλήσουμε, ως μάνα σε μάνα…

Σε Εσένα προστρέχουμε, Παναγία Μητέρα, από την πρώτη εκείνη στιγμή που νιώθουμε
να κυοφορούμε στα σπλάγχνα μας μια νέα ζωή: «Με το καλό να γεννηθεί, Παναγία μου!

Χάρισέ το μου γερό και ευλογημένο!», δεόμαστε με ιδιαίτερη θέρμη μπροστά στην Πάναγνη μορφή Σου.

Με την έγνοια της ζωούλας που κουβαλάμε μέσα μας, άλλες με δυσκολίες και καρδιοχτύπια και άλλες πιο ομαλά, φτάνουμε μέχρι την ευλογημένη ώρα του τοκετού. Και όπως όλοι μας εύχονται: «Καλή λευτεριά!», αυτό επιθυμούμε και εμείς και ζητούμε από Εσένα, Ελευθερώτρια Παναγιά.

Μέχρι πριν λίγα χρόνια, με την ελλειπή ιατρική περίθαλψη των παλαιοτέρων εποχών, η επίτοκος ήταν “με το ένα πόδι μέσα στον τάφο” και μαζί της κινδύνευε και η αγέννητη ζωούλα. Αλλά και σήμερα, παρ΄ όλες τις φροντίδες που απολαμβάνουμε στη γέννα, η αγωνία για αίσια έκβαση φουντώνει μέσα μας… και την καταθέτουμε στα πόδια Σου για να μας «ελευθερώσεις με το καλό» και «με έναν πόνο» να γεννήσουμε , γιατί δειλιάζουμε μπροστά στις ωδίνες…. Μας νιώθεις, Μάνα μας, αν και Εσύ χωρίς πόνους, «ανωδύνως και αλοχεύτως» γέννησες τον Μονογενή Υιό Σου.

Και όταν- τι χαρά, τι αγαλλίαση- έρθει στο φως το νεογέννητο πλασματάκι μας, και όταν αρχίσουν οι ατέλειωτες φροντίδες , οι ευθύνες και τα βάρη μιας ζωούλας που κρέμεται κυριολεκτικά από τα άπειρα χέρια μας, όταν πελαγώνουμε με την ανατροφή και τον θηλασμό του μωρού μας… πάλι σε Εσένα καταφεύγουμε, Παναγία Γαλακτοτροφούσα, Γαλακτινή, Γλυκογαλούσα. Γιατί και Εσύ θήλασες τον Υιό Σου, για τρία χρόνια, σύμφωνα με την παράδοση και τις συνήθειες εκείνης της εποχής.

Κάποτε δεν υπήρχαν βρεφικά γάλατα και η επιβίωση του βρέφους εξαρτώνταν από το γάλα της μάνας. Και σήμερα όμως έχουμε ανάγκη την βοήθειά Σου, Παναγία μας, γιατί ξεμάθαμε στον κόπο και τα θέλουμε όλα ξεκούραστα, προγραμματισμένα με το ρολόι , σύμφωνα με τα δικά μας «θέλω» …και οι ανάγκες του βρέφους μας πολλές φορές φαντάζουν δυσβάστακτες για τα χέρια μας…

Δώσε μας Εσύ, Παναγία Γαλακτοτροφούσα, την φώτιση, την καθοδήγηση, την χαρούμενη διάθεση, να μεγαλώνουμε τα μωρά μας με το γάλα μας και να τους προσφέρουμε απλόχερα την ζεστή αγκαλιά μας και την στοργή που έχει ανάγκη η ψυχούλα τους περισσότερο και από την τροφή που ζητάει το σώμα τους, για να αναπτυχθεί…

Μεγαλώνουν και ξεπετάγονται τα μωρά μας… άλλοτε με γέλιο και με χαρούμενες φωνούλες, άλλοτε με κλάματα , με δυσκολίες, με ατέλειωτα ξενύχτια, με απρόσμενες αρρώστιες, με ξαφνικούς πυρετούς, με μικροατυχήματα και με αγωνίες. Και πάλι στην Χάρη Σου προστρέχουμε, Εσύ είσαι η πρώτη μας καταφυγή.

Μεγαλώνουν τα βλαστάρια μας με φροντίδα και αγώνα, όχι μόνο για να αναπτυχθούν κατά “ηλικία” αλλά και για να γεμίσει η ψυχούλα τους με αγάπη για τον Υιό και Θεό Σου και για Εσένα, Παναγία μας. Πού αλλού θα βρουν πιο “ασφαλή λιμένα” τις τρικυμίες της ζωής που ξανοίγεται μπροστά τους;…

Και όταν πια αρχίζουν να φεύγουν από το ασφαλές περιβάλλον του σπιτιού, όταν αρχίσουν αν πηγαίνουν στο σχολείο και να λείπουν ώρες από την δική μας φροντίδα και επίβλεψη… πού αλλού να τα εμπιστευτούμε παρά στην δική Σου άγρυπνη ματιά , στην δική Σου στοργική Σκέπη;…

Περνούν τα χρόνια… και αρχίζουν οι προκλήσεις της εφηβείας και της ενηλικίωσης’ εκεί που φαίνεται τι χτίσαμε τόσα χρόνια στην ψυχή τους. Μας τρομάζουν οι αντιδράσεις τους, ανησυχούμε υπερβολικά για την πορεία της ζωής τους. Για πόσο όμως ακόμα μπορούμε να τα συμβουλεύουμε και να τα καθοδηγούμε;…”Πες τα στην Παναγία και εκείνη θα μιλήσει με μυστικό τρόπο στην ψυχή των παιδιών”, έλεγε ένας αγιασμένος Γέροντας.

Περνούν τα χρόνια… και τα μικρά που κάποτε κρατούσαμε στην αγκαλιά μας και στηρίζαμε στα πρώτα τους βήματα, ξανοίγονται μόνα τους στο πέλαγος της ζωής. Οι ευχές και οι προσευχές μας τα συνοδεύουν και έχουμε την βεβαιότητα, Μάνα μας Παναγία, ότι οι μητρικές σου φροντίδες που όλα αυτά τα χρόνια επικαλούμασταν, θα συνεχίσουν απλόχερα να παρέχονται από Εσένα… και η αγάπη τους για το λατρευτό Σου πρόσωπο να είναι το στήριγμα και η καταφυγή τους, ο οδοδείκτης για την ‘Όντως Ζωή.

Πώς να σε ευχαριστήσουμε, Παναγία μας;… τα λόγια είναι φτωχά για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη μας, η καρδιά μας σου στέλνει το πιο μεγάλο «ευχαριστώ» για όλα!

Πηγή: Διακόνημα

Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Πανηγυρικός για την επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821 στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Χίου
Χίος 25 Μαρτίου 2015

Χαρείτε αδέλφια τη μεγάλη μας γιορτή.
Είν’ η γιορτή της πίστης και της λευτεριάς,
που προμηνά τον ερχομό του Λυτρωτή
και των προγόνων διαλαλεί την αρετή.

Σεβασμιώτατε,

Για άλλη μια φορά πανηγυρίζουμε για δύο «Χαίρε». Το «Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία» και το «Χαίρε ω Χαίρε Λευτεριά». Το πρώτο «Χαίρε» αναφέρεται στη θεομητορική εορτή, κατά την οποία ο Αρχάγγελος Γαβριήλ μετέφερε στην Παρθένο Μαρία τη χαρμόσυνη αγγελία της σύλληψης του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.
Το δεύτερο «Χαίρε» αναφέρεται στα μεγαλεία της Ελευθερίας, στην ιδέα που πυροδότησε το ενδοξότερο και σημαντικότερο γεγονός της Ιστορίας του Νεότερου Ελληνισμού. Την Ελληνική Επανάσταση του 1821, η οποία, μετά από εννιάχρονο αγώνα με συντριπτικά ισχυρότατο αντίπαλο, οδήγησε στη δημιουργία του πρώτου Ελληνικού Κράτους.

Από το 1071 που ηττήθηκαν τα μισθοφορικά στρατεύματα του Βυζαντίου από τους Σελτζούκους στο Ματζικέρτ, εντονότερα απ’ τον καιρό της πρώτης Άλωσης από τους σταυροφόρους το 1204 αλλά κυρίως μετά την Άλωση της Πόλης το 1453 από τους Οθωμανούς ο πολίτης του Βυζαντίου άρχισε να συνδέεται με το ιστορικό του παρελθόν. Αρχαία ελληνική κληρονομιά και χριστιανική πίστη αρχίζουν να συμβιβάζονται στη συνείδησή του και να γίνονται τα συστατικά της στοιχεία. Η νέα αυτή ιδεολογία ισοδυναμεί με το ξύπνημα ενός εθνικού αισθήματος στον Ελληνισμό, που αποτελεί πλέον το μοναδικό του στήριγμα στους σκοτεινούς αιώνες που θα ακολουθήσουν.

Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας η Εκκλησία, που διατηρήθηκε ως θεσμός από τον Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή, υπήρξε ένα μεγάλο και διαρκές σχολείο ελπίδας, υπομονής, πνευματικής αντιστάσεως, ηθικής ελευθερίας και εθνικής αφυπνίσεως, ὁ αδιαμφισβήτητος ηγέτης και καθοδηγητής του Γένους. Ο Μακεδόνας αγωνιστής Νικόλαος Κασομούλης γράφει στα «Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821 – 1833.» :«… η Ελληνική γλώσσα, ο χαρακτήρ και τα έθιμα του Ελληνικού λαού, μετά την πτώσιν του Βασιλείου μας, εδιατηρήθησαν \υπό την επαγρύπνησιν του Κλήρου μας και των διαφόρων πεπαιδευμένων του Έθνους μας, και δια της κοινής ευλαβείας προς την αγίαν ημών Θρησκείαν...». Οι θυσίες των Νεομαρτύρων, τα κρυφά σχολειά, η συμβολή της Εκκλησίας στη λειτουργία των αυτοδιοικούμενων κοινοτήτων των υποδούλων αποδεικνύουν ότι ἡ Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν για τους υπόδουλους όπως γράφει και ο Απ. Βακαλόπουλος "το πνευματικό πλαίσιο μέσα από το οποίο εκφραζόταν η εθνική τους συνείδηση, ολόκληρος ο κόσμος τους, που έκλεινε μέσα του το ένδοξο παρελθόν και τις ελπίδες απολυτρώσεως"

Ο παράγοντας που κατόρθωσε να ενεργοποιήσει και να συνενώσει τις δυνάμεις του Έθνους για την Επανάσταση ήταν η Φιλική Εταιρεία, της οποίας οι ιδρυτές πίστευαν ότι το έθνος μπορεί να απελευθερωθεί στηριζόμενο αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις, τον κλήρο, τους προκρίτους, τους μεγαλοκτηματίες, τους εμπόρους, τους έμπειρους ναυτικούς, τους λόγιους, του Φαναριώτες, τους κλέφτες και τους αρματολούς, τον ακτήμονα και καταπιεσμένο ελληνικό λαό της υπαίθρου. Η επιτυχία της Φιλικής Εταιρείας να οδηγήσει εξήμισυ χρόνια μετά την ίδρυσή της το έθνος σε επανάσταση οφειλόταν κυρίως στο βαθύ θρησκευτικό και εθνικό αίσθημα των ελλήνων της εποχής εκείνης, που ήταν έτοιμοι να δεχτούν το πατριωτικό κάλεσμα της Εταιρείας και να φυλάξουν μυστική την ύπαρξή της.

Μόνο έτσι μπορούσε να επιτευχθεί η Παλιγγενεσία. Και μόνο έτσι εξηγείται η βαθειά πίστη των πρωταγωνιστών του 1821. "Μάχου υπέρ Πίστεως καί Πατρίδος" ξεκινά η προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη το Φεβρουάριο του 1821, όταν κήρυττε την Επανάσταση από το Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, που έμελε να πνιγεί στο αίμα, αφού όμως έστησε ηθικά τρόπαια στο Δραγατσάνι με τη θυσία το Ιερού Λόχου, στο Σκουλένι και τη Μονή του Σέκου. Τη ίδια ώρα στην Ευρώπη επικρατούσε το πνεύμα της Ιερής Συμμαχίας, σύμφωνα με το οποίο η ελληνική επανάσταση του 1821, ένας καθαρά εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, ήταν αναμενόμενο να εκληφθεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις ως ένα κίνημα ανατρεπτικό της ευρωπαϊκής πολιτικής νομιμότητας, ως εξέγερση εναντίον του νομίμου ηγεμόνος, δηλαδή του σουλτάνου. Τελικώς, η αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων για την καταστολή της ελληνικής εξεγέρσεως, όπως είχε προτείνει ο Μέττερνιχ, ευτυχώς απεφεύχθη, χάρη στη διπλωματική δράση του Ιωάννη Καποδίστρια, που υπηρετούσε ως υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας και ήταν έμπιστος του τσάρου.

Έτσι κατάφερε να εδραιωθεί η Επανάσταση στην Ελλάδα και να γραφτούν λαμπρές σελίδες θριάμβων στη στεριά και στη θάλασσα. Στη Γραβιά, στο Βαλτέτσι, στη ναυμαχία της Ερεσού, στην Τριπολιτσά, στη Χίο με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας, στα Δερβενάκια, στη ναυμαχία του Γέροντα, στους Μύλους στην Αράχοβα, στο Μακρυνόρος. Το ίδιο λαμπρές είναι και οι σελίδες των θυσιών που χρειάστηκε ο Αγώνας, που χρειάστηκε για να βλαστήσει το δέντρο της λευτεριάς. Η θυσία του Διάκου στην Αλαμάνα και του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, η καταστροφή της Χίου, της Κάσου, των Ψαρών, οι απώλειες στο Σούλι, το Πέτα και τη Νάουσα και η κορωνίδα των θυσιών η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου.

Τα γεγονότα όμως είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται πίσω τους και στη συγκεκριμένη περίπτωση ηρωικές μορφές, που καθεμιά με το προσωπικό της παράδειγμα διδάσκει στους αιώνες το μάθημα της θυσίας για τα ιδανικά, την αυταπάρνηση, πως «κάλλιο ΄ναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνους σκλαβιά και φυλακή». Ανδρούτσος, Κολοκοτρώνης, Πλαπούτας Δεληγιάννης, Διάκος, Καραϊσκάκης, Παπαφλέσσας, Μακρυγιάννης, Μπότσαρης, Νικηταράς, Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους, Μιαούλης, Κανάρης και πολλοί άλλοι περισσότερο ή λιγότερο γνωστοί, μα και παντελώς άγνωστοι, αγωνιστές της ελευθερίας. «Όταν ἀποφασίσαμε νά κάμωμεν την Επανάστασιν,» είπε ο Κολοκοτρώνης στον περίφημο λόγο του στην Πνύκα, «δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχουμε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ἀλλ᾽ ως μια βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της Ελευθερίας μας και όλοι, και οι Κληρικοί και οι Προεστοί και οι Καπεταναίοι και οι Πεπαιδευμένοι και οι Έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμεν εις αυτόν τον σκοπόν, και εκάμαμεν την επανάστασιν». Με το δικό του μοναδικό τρόπο περιγράφει τον απελευθερωτικό αγώνα του Γένους ο πατριώτης μας Γιώργης Κρόκος στην «Ελληνιάδα» του:

Λιωτό μολύβι η λεβεντιά. Κι απ’ τη Βλαχιά ως την Κρήτη
γιομίζει αλαλητό η στεριά κι η θάλασσα βουρκώνει,
μπουρλότα είν’ τα βραχόνησα, σαλεύουν, ταξιδεύουν
και στη φρεγάτα την Τουρκιά γαντζώνονται κι ανάβουν.
Τρίβει τα μάτια του ο Βοριάς, τριζοβολάει ο κόσμος,
οι τύραννοι έχουν σύγκρυο, κι απ’ την πολλή τρεμούλα
πέφτουν στη γη τα δόντια τους, λυούνται οι κορμοδεσιές τους,
γιομίζουν φέσια οι λαγκαδιές και τα πελάη σαρίκια.

Ο μεγάλος αυτός αγώνας έχει τεράστια διαχρονική παιδευτική σημασία όχι μόνο γιατί αποκάλυψε τις αρετές των Ελλήνων αλλά και τα ελαττώματά τους, παραδείγματα που μπορούν να χτίσουν ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να αποτρέψουν λάθη ολέθρια και οδυνηρά του παρελθόντος. Δύο εμφύλιοι πόλεμοι μεταξύ των ετών1823 -1825 ανάμεσα σε στρατιωτικούς και πολιτικούς είχαν ως αποτέλεσμα την εξασθένηση της Επανάστασης και το σοβαρό κίνδυνο της αποτυχίας της. Ύψιστο το ιστορικό δίδαγμα. Μόνο αν η ομόνοια και η αδελφοσύνη επικρατήσουν της διχόνοιας και του αλληλοσπαραγμού, μόνο τότε θα μπορέσουν οι Έλληνες να μεγαλουργήσουν και να κάνουν τον υπόλοιπο κόσμο να υποκλιθεί μπροστά στο μεγαλείο τους. Πάντοτε επίκαιρα τα λόγια του στρατηγού Μακρυγιάννη «… να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ» ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει «εγώ»• όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί.»

Η αυλαία της Επανάστασης κλείνει με το πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830, που σηματοδοτεί και την αίσια έκβασή της με τη δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους με κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια. Οι Έλληνες απέδειξαν πως κανένας λαός δε μένει υπόδουλος όταν πάρει την υπέρτατη απόφαση να ζήσει ελεύθερος ή να πεθάνει. Οι επικοί αγώνες του ’21 εξαίρουν την ουσία και την αξία που έχουν για τη ζωή των ατόμων και των λαών τα αγαθά της ανεξαρτησίας και της εθνικής κυριαρχίας και υπογραμμίζουν ότι η δύναμη των όπλων και η αριθμητική υπεροχή δεν δύνανται να κάμψουν το αδούλωτο φρόνημα των εθνών.

Σεβασμιώτατε,

Έχουν περάσει κιόλας 194 χρόνια από τότε κι όμως το μήνυμα παραμένει ζωντανό και αναλλοίωτο. Ζει μέσα στη θύμιση του λαού μας, η οποία αναζωογονείται με το γιορτασμό της επετείου. Γιορτάζουμε για να μάθουμε και για να θυμόμαστε. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Μπορεί τα πρόσωπα, τα ονόματα, ο χρόνος και ο τόπος να αλλάζουν, μα τα γεγονότα ξαναγυρίζουν με ακρίβεια. Όχι μόνο είναι χρήσιμο λοιπόν μα και επιβάλλεται να γνωρίζουμε το παρελθόν μας, για να μπορέσουμε πρώτα να καταλάβουμε, μετά να αντιμετωπίσουμε και τέλος να διαφεντέψουμε το μέλλον μας.

Ας μην αντιμετωπίσουμε την 25η Μαρτίου σαν ένα γεγονός που τέλειωσε και ανήκει στο παρελθόν, σαν παραμύθι που μας αρέσει να το διηγούμαστε κάθε χρόνο την ίδια μέρα. Και σήμερα ζούμε σ’ έναν κόσμο ταραγμένο, και σήμερα είμαστε Έλληνες όπως ήταν εκείνοι τότε. Είμαστε ίδιοι μ’ αυτούς που αποκαλούμε τώρα ήρωες και τους καταθέτουμε στεφάνια. Είμαστε στην ίδια ηλικία και έχουμε τις ίδιες δυνάμεις. Οι ήρωες δεν είναι άλλο είδος ανθρώπων. Είναι κοινοί, καθημερινοί, συνηθισμένοι. Οι περιστάσεις πλάθουν τους ανθρώπους και ή τους εκμηδενίζουν ή τους γιγαντώνουν.

Εμάς η ιστορία μας μάς προμηθεύει με παραδείγματα μεγαλείου και είναι κρίμα να μην ακούμε τη φωνή της. Μας δείχνει το μέτρο των δυνατοτήτων μας, μας φανερώνει ως πού μπορούμε να φτάσουμε και τι μπορούμε να πετύχουμε. Η ιστορία είναι ο καθρέφτης του χαρακτήρα μας, ένας δρόμος που οδηγεί στην αυτογνωσία μας. Και μόνο όταν ένας λαός γνωρίζει ποιος είναι μπορεί να αισθάνεται βέβαιος για το μέλλον και την ύπαρξή του.

Οι εορτασμοί λοιπόν δε γίνονται επειδή έτσι είναι το τυπικό, ούτε επειδή πρέπει, αλλά γιατί είναι απαραίτητοι για το ξαναζωντάνεμα στη μνήμη μας κάποιων πράξεων μεγάλων και θαυμαστών, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, πράξεων που δεν πρέπει να αφεθούν στο έλεος του χρόνου για να τις σβήσει, γιατί αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας.

Ειρήνη Σ. Χούλη, Φιλόλογος
ΠHΓH  ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ
29 Μαρτίου 2015 - Κυριακή Ε' Νηστειῶν
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 13
Κυ­ρια­κὴ Ε΄ Νη­στει­ῶν
29 Μαρ­τί­ου 2015
(Ἑ­βρ. θ΄ 11 – 14)

«Τό αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ… κα­θα­ρι­εῖ τὴν συ­νε­ί­δη­σιν ὑ­μῶν ἀ­πὸ νε­κρῶν ἔρ­γων εἰς τὸ λα­τρε­ύ­ειν Θε­ῷ ζῶν­τι» (Ἑ­βρ. θ΄, 11-14)

Ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή, ἀ­δελ­φοί μου εἶ­ναι ἀ­ναγ­καί­α. Ὅ­πως ὅ­ταν κά­ποι­ος δέν κοι­νω­νεῖ, δέν μπο­ρεῖ νά εἶ­ναι Χρι­στια­νός, ἔ­τσι καί ἄν δέν δι­α­βά­ζει ἤ δέν ἀ­κού­ει τήν Ἁ­γί­α Γρα­φή.

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Η Αρχιστράτηγός μας!

Η Παναγία έκανε το θαύμα της...

«Χαίρε, δι’ ής εγείρονται τρόπαια
Χαίρε, δι’ ής εχθροί καταπίπτουσιν»

626 μ. Χ. Η Κωνσταντινούπολις, η πρωτεύουσα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, εδοκιμάζετο σκληρώς. Ο Ηράκλειος, ο γενναιότατος αυτοκράτορ, απουσίαζε. Με όλον τον στρατόν του ευρίσκετο προς τα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας, αγωνιζόμενος να συντρίψει τον Χοσρόην, τον αγέροχον εκείνον βασιλέα της Περσίας, τον διάδοχον του Ξέρξου κατά το μίσος προς τον Ελληνισμόν, όστις εκαυχάτο ότι δεν θα καταθέσει τα όπλα παρά μόνον όταν και ο τελευταίος Χριστιανός αρνηθή τον εσταυρωμένον. Αλλ’ ενώ ο στρατός εμάχετο και συνέτριβε την αντίχριστον δύναμιν του Χοσρόου, Χοσρόη συμμαχή μετά των Αράβων, άλλου εχθρού του Βυζαντίου. Αι στρατιαί των προχωρούν, και ιδού η πόλις ευρίσκεται πολιορκιμένη από ξηράς και θαλάσσης. Φρουρά της πόλεως ήτο ελάχιστη. Τα τρόφημα είχον εκλείψει. Οι κάτοικοι, βλέποντες την μυρμηγκιάν των εχθρών, ήρχισαν να δειλούν. Το ηθικόν κατέπιπτεν. Εις την κρισημοτάτην εκείνην στιγμήν, καθ’ ήν εκρίνετο η τύχη όχι μόνον της πόλεως, αλλά και του πολιτισμού της ανθρωπότητος, η χριστιανική πίστις εθαυματούργησεν.

Ο πατριάρχης Σέργιος, κρατών την εικόνα της Παναγίας, προτρέπει τον λαόν εις αντίστασιν. Αναπτερώνει τα αισθήματα, εγκαρδιώνει τους ανάνδρους, εξοπλίζει ψυχικώς τον λαόν, και η φρουρά επί των τειχών της πόλεως αμύνεται. Και ενώ αι χείρες των γενναίων υπερασπιστών της πόλεως εκράτουν τα όπλα, αι καρδίαι όλων προσηύχοντο και ανέμενον την βοήθειαν της Παναγίας, την προστασίαν του Θεού.

Και η βοήθεια ήλθε, και το θαύμα έγινεν. Εις την θάλασσαν του Βοσπόρου, καθώς περιγράφουν οι ιστορικοί της εποχής, εγείρεται πρωτοφανής καταιγίς. Τεράστια κύμματα χτυπούν τον εχθρικόν στόλον, η θάλασσα ολοέν εξογκόνεται, μαίνεται, και καταπίνει κατά χιλιάδας τα πλοία των εχθρών. Η Παναγία έκανε το θαύμα της. Εβύθισε τον στόλον και ηλευθέρωσε την πόλιν. Από τότε ανεκηρύχθη η Αρχιστράτηγος και εις όλην την πόλιν ηκούετο ο θούριος «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ…».

Έκτοτε επέρασα 1.300 και πλέον έτη. Και ενώ κατά το διάστημα τούτο ο Ελληνικός λαός έμαθε και απέμαθε χιλιάδας άσματα σχετικά με διάφορα γεγονότα της κοσμικής ζωής του, εν τούτοις ο Ακάθιστος ύμνος δεν ελησμονήθη. Και εις την Πόλιν, και εις τας Αθήνας, και εις την Κύπρον, και εις το όρος Σινά, και όπου υπάρχει εκκλησία ελληνική, κάθε Παρασκευήν της Μεγάλης Τεσαρακοστής οι Χριστιανοί Έλληνες ψάλλουν τον θεσπέσιον ύμνον και εκφράζουν την βαθείαν ευγνωμοσύνην προς την Παναγίαν, την Αρχιστράτηγον του Γένους μας.

Και δόξα τω Θεώ, ζει εις την ψυχήν της Ελλάδος η πίστις αυτή. Διότι όχι μόνον τω καιρώ εκείνω, το 626, αλλά και επί των ημερών μας ο χριστιανικός λαός της Ελλάδος εθαυματούργησε με την βαθείαν πίστιν εις τον Θεόν.

Ήτο η 28η Οκτωβρίου 1940. Τότε ένας νεότερος Χοσρόης, όχι πλέον εξ Ανατολών αλλά εξ Δυσμών, ώρμα με μίσος άσπονδον κατά της Ελλάδος, με την απόφασιν να την εξαλείψη δια παντός από τον χάρτην της Ευρώπης. Αλλ’ οι Έλληνες δεν επτοήθησαν. Με την πίστιν, ότι η Παναγία είνε μαζί των και ότι θα τιμωρήσει τον ασεβή, όστις εμίανε την εορτήν της, η Ελλάς ημύνθη. Κάθε στρατιώτης είχε εις το στήθος του την εικόνα της Παναγίας. Πολλοί αξιωματικοί και στρατιώται την είδον - δεν είνε ψεύδος, είνε αλήθεια - να περιπατή επάνω εις τα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας και να δίδη νίκας εις τον στρατόν μας, νίκας που έκανα τον κόσμον να απορή, να θαυμάζη και να διερωτάται. Τι είνε επί τέλους αυτοί οι Έλληνες!

Είνε λοιπόν, η Παναγία η Αρχιστράτηγός μας. Δια τούτο και κατά την εθνικήν μας εορτήν της 25ης Μαρτίου ολόκληρος ο λαός των Αθηνών και του Πειραιώς, ως μια ανθρωποθάλασσα προσκυνητών, υπεδέχθη πανδήμως με βαθυτάτην κατάνυξιν την εικόνα της Μεγαλόχαρης της Τήνου. Και όλοι έψαλαν. «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια».

Και η Ελλάς με την πάνδημον αυτήν υποδοχήν, κατά το πρώτον αυτό έτος της απελευθερώσεώς μας από τους κατακτητάς, εκφράζει χαρακτηριστικώς την απόφασίν της, ότι η νέα ζωή του έθνους πρέπει να θεμελιωθή επάνω εις την χριστιανικήν μας πίστιν.

Ναι! Δια της πίστεως εις τον Χριστόν έζησεν η Ελλάς και εθαυματούργησεν εις το παρελθόν. Δια της πίστεως αυτής θα ζήσωμεν. Χωρίς την χριστιανικήν πίστιν θα καταπέσωμεν, έστω και εάν τα έχωμεν όλα διωργανωμένα. Χωρίς πίστιν θα ήμεθα σώμα χωρίς νεύρα, χωρίς ψυχήν. Διότι ψυχή της Ελλάδος μας πρέπη να γίνει ο Χριστός, η πίστις εις Αυτόν, η οποία πρέπει να εκδηλωθεί εις την καθημερινήν μας ζωήν. Ας ακούσωμεν όλοι τι γράφει επι του σπουδαιοτάτου τούτου ζητήματος ο εθνικός μας ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος. «Ουδέποτε έθνος ηυδαιμόνησε και εμεγαλούργησεν εν τω κόσμω τούτω άνευ ισχυρών ηθικών ελατηρίων. Εν δε των ελατήριων τούτων, και το ισχυρότατον πάντων, είνε η Θρησκεία. Όλοι οι άλλοι ηθικοί των εθνών μοχλοί, φιλοπατρία, φιλοτιμία, φιλοδοξία, παιδεία, ισονομία, και ει τις άλλος, ηνωμένοι ομού, δεν δυνηθώσι ν’ αναπληρώσωση την έλλειψιν της θρησκείας… Τα έθνη λοιπόν δεν ακμάζουσι και δεν μεγαλουργούσιν ειμή δια της Θρησκείας, ήτις στήνει τον θρόνον αυτής εν μέση κοινωνία και εν μέσοις στρατοπέδοις, ίνα διδάξη τον λαόν το «Χριστός πολιτεύεσθαι και το γενναίως θρήσκειν».

Αυτή είνε η φωνή της Ιστορίας. Θα είμεθα εγκληματικώς ανόητοι εάν την περιφρονήσωμεν, απείρως όμως ευτυχείς εάν όλοι την ακούσωμεν τώρα εις την αρχήν του νέου εθνικού μας βίου.

«ΕΣΤΙΑ» Αριθμ. φύλλ. 13
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στην Κοζάνη
ανεδημοσιεύθη εις την «Σπίθα» φ. 573/Απρ. 2000, σελ. 1
augoustinos-kantiotis.gr
armenisths.blogspot.gr

Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασάμενη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν, εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ Ἀθληφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Τήν πάσαν ἐλπίδα μου, εἰς σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον μέ ὑπό τήν σκέπην σου.

Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

22 Μαρτίου 2015 - Κυριακή Δ' Νηστειῶν
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 12
Κυ­ρια­κὴ Δ΄ Νη­στει­ῶν
22 Μαρ­τί­ου 2015
(Ἑ­βρ. στ΄ 13 – 20)

«Ἀ­δελ­φοί, τῷ Ἀ­βρα­ὰμ ἐ­παγ­γει­λά­με­νος ὁ Θε­ός, ἐ­πεὶ κα­τ' οὐ­δε­νὸς εἶ­χε μεί­ζο­νος ὀ­μό­σαι, ὤ­μο­σε κα­θ' ἑ­αυ­τοῦ» (Ἑ­βρ. στ΄, 13-20)

Γιά τόν ὅρ­κο πού ἔ­δω­σε ὁ Θε­ός στόν Ἀ­βρα­άμ μᾶς μι­λά­ει ὁ στί­χος 13 τοῦ 6ου κε­φα­λαί­ου τῆς πρός Ἑ­βραί­ους ἐ­πι­στο­λῆς τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου. Στόν Ἀ­βρα­άμ, ὅ­ταν εἶ­χε δώ­σει ὁ Θε­ός τίς με­γά­λες ὑ­πο­σχέ­σεις, ἐ­πει­δή δέν εἶ­χε κα­νέ­ναν με­γα­λύ­τε­ρό Του, γιά νά ὁρ­κι­σθεῖ καί νά βε­βαί­ω­σει ἔ­τσι μέ ἀ­πό­λυ­το τρό­πο τόν Ἀ­βρα­άμ ὅ­τι ἀ­σφα­λῶς θά τίς ἐκ­πλη­ρώ­σει, ὁρ­κί­στη­κε στόν ἑ­αυ­τό Του. Με­τα­ξύ τῶν ὑ­πο­σχέ­σε­ων ἡ πιό σπου­δαί­α ἦ­ταν ὅ­τι ἀ­πό τόν Ἀ­βρα­άμ θά προ­έλ­θει ἕ­νας λα­ός πού θά αὐ­ξη­θεῖ σάν τήν ἄμ­μο τῆς θά­λασ­σας καί σάν τά ἄ­στρα τοῦ οὐ­ρα­νοῦ καί αὐ­τή ἡ ὑ­πό­σχε­ση δό­θη­κε μέ ὅρ­κο. Ὁρ­κί­στη­κε ὁ Θε­ός, ποῦ; Στόν ἑ­αυ­τό Του.

Τό στί­χο τοῦ­το ἐ­πι­κα­λοῦν­ται ἐ­κεῖ­νοι πού ἐ­πι­μέ­νουν ὅ­τι οἱ χρι­στια­νοί πρέ­πει νά ὁρ­κί­ζον­ται. Με­τά τό προ­πα­το­ρι­κό ἁ­μάρ­τη­μα, ἡ ἁ­μαρ­τί­α ἁ­πλώ­θη­κε παν­τοῦ. Ἔ­χα­σαν οἱ ἄν­θρω­ποι τήν ἐμ­πι­στο­σύ­νη καί τήν εἰ­λι­κρί­νεια με­τα­ξύ τους. Στήν ἀ­νάγ­κη λοι­πόν νά βρε­θεῖ κά­τι με­γά­λο πού νά δώ­σει κῦ­ρος στά λό­για τῶν ἀν­θρώ­πων, κα­θι­ε­ρώ­θη­κε ὁ ὅρ­κος στό ὄ­νο­μα τοῦ Θε­οῦ. Καί ὅ­πως το­νί­ζει ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος: «Οἱ ἄν­θρω­ποι ὁρ­κί­ζον­ται στό Θε­ό, πού εἶ­ναι ὁ με­γα­λύ­τε­ρος ἀ­π’ ὅ­λους καί τό­τε ὁ ὅρ­κος αὐ­τός θέ­τει τέ­λος σέ κά­θε ἀν­τι­λο­γί­α καί ἀμ­φι­σβή­τη­ση γι’ αὐ­τά πού λέ­γον­ται». Ὅ­μως οἱ ἄν­θρω­ποι πολ­λές φο­ρές, γιά νά σκε­πά­σουν τά λά­θη τους καί τά ψεύ­δη τους, ὁρ­κί­ζον­ται στό ὄ­νο­μα τοῦ Θε­οῦ καί γί­νον­ται ἔ­τσι ἐ­πί­ορ­κοι ἤ ψεύ­δορ­κοι, ὑ­βρι­στές τοῦ Ἁ­γί­ου Θε­οῦ. Τό ἐ­ρώ­τη­μα λοι­πόν ποὺ θά ἀ­παν­τή­σου­με εἶ­ναι: Ἐ­πι­τρέ­πε­ται ὁ ὅρ­κος σύμ­φω­να μέ τήν Ἁ­γί­α Γρα­φή;

Ἡ Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη ἐ­πέ­τρε­πε στούς Ἰ­ου­δαί­ους τόν ὅρ­κο καί ἀ­πει­λεῖ μά­λι­στα μέ θά­να­το ἐ­κεί­νους πού θά κά­νουν ψεύ­τι­κο ὅρ­κο. «Κύ­ριον τὸν Θε­όν σου φο­βη­θή­σῃ… καὶ ἐ­πὶ τῷ ὀ­νό­μα­τι αὐ­τοῦ ὀ­μῇ» (Δευτ. στ΄, 13), δη­λα­δή νά ἔ­χεις τόν ἅ­γιο φό­βο καί τό με­γά­λο σε­βα­σμό πρός τόν Κύ­ριο τόν Θε­ό σου καὶ στό ὄ­νο­μα Αὐ­τοῦ νά ὁρ­κί­ζε­σαι. Ὁ Θε­ός ἐ­πέ­τρε­ψε τό­τε τόν ὅρ­κο γιά παι­δα­γω­γι­κό λό­γο. Ὅ­πως ὁ δά­σκα­λος στήν πρώ­τη τά­ξη δέν δι­δά­σκει δύ­σκο­λα μα­θή­μα­τα ἀλ­λά ἀρ­χί­ζει ἀ­πό τά εὔ­κο­λα καί προ­χω­ρεῖ κα­τά τά­ξη στά δυ­σκο­λό­τε­ρα, κα­τά πα­ρό­μοι­ο τρό­πο ἔ­πρα­ξε καί ὁ Θε­ός. Δέν πα­ρέ­δω­σε ἀ­μέ­σως τό νό­μο τῆς τε­λει­ό­τη­τας για­τί δέν θά τόν τη­ροῦ­σαν. Ὅ­ρι­σε νά ὁρ­κί­ζον­ται, ὄ­χι στά εἴ­δω­λα –ὅ­πως ἴ­σχυ­ε γιά τούς εἰ­δω­λο­λά­τρες– ἀλ­λά στό ὄ­νο­μα τοῦ ἀ­λη­θι­νοῦ Θε­οῦ.

Ὁ Νό­μος λοι­πόν τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης ἦ­ταν ἀ­τε­λής. Γι’ αὐ­τό ὅ­ταν ἦρ­θε ὁ Χρι­στός μας καί πα­ρέ­δω­σε τά ὕ­ψι­στα μα­θή­μα­τα καί συμ­πλή­ρω­σε τό Μω­σα­ϊ­κό Νό­μο, νο­μο­θέ­τη­σε δι­α­φο­ρε­τι­κά καί γιά τόν ὅρ­κο. «Πάλιν ἠ­κο­ύ­σα­τε ὅ­τι ἐρ­ρέ­θη τοῖς ἀρ­χα­ί­οις, οὐκ ἐ­πι­ορ­κή­σεις, ἀ­πο­δώ­σεις δὲ τῷ Κυ­ρί­ῳ τοὺς ὅρ­κους σου. ᾿Ε­γὼ δὲ λέ­γω ὑ­μῖν μὴ ὀ­μό­σαι ὅ­λως» (Ματθ. ε΄ 33-34). Δη­λα­δή, «πά­λι ἔ­χε­τε ἀ­κού­σει ὅ­τι στούς προ­γό­νους σας, δό­θη­κε ἡ ἐν­το­λή: Δέν θά κα­τα­πα­τή­σεις τόν ὅρ­κο σου, ἀλ­λά σάν κα­θῆ­κον ἱ­ε­ρό πρός τόν Κύ­ριο θά τη­ρή­σεις τίς ὑ­πο­σχέ­σεις του, πού μέ ὅρ­κο ἀ­νέ­λα­βες. Ἐ­γώ ὅ­μως σᾶς λέ­ω νά μήν ὁρ­κι­σθεῖ­τε κα­θό­λου». Ἑ­πο­μέ­νως ὁ λό­γος τοῦ Χρι­στοῦ μας, ἡ και­νούρ­για ἐν­το­λή, εἶ­ναι ὅ­τι ὁ ὅρ­κος ἀ­πα­γο­ρεύ­ε­ται ἀ­πο­λύ­τως.

Ἔ­τσι ὁ Κύ­ριος καί Θε­ός μας μ’ αὐ­τή τή νέ­α ἐν­το­λή ξερ­ρί­ζω­σε τή ρί­ζα τῆς ψευ­δορ­κί­ας καί ἐ­πι­ορ­κί­ας. Δι­ό­τι αὐ­τός πού δέν ὁρ­κί­ζε­ται κα­θό­λου, εἶ­ναι ἀ­παλ­λαγ­μέ­νος ἀ­πό τά φο­βε­ρά ἁ­μαρ­τή­μα­τα στά ὁ­ποῖ­α πέ­φτουν ἐ­κεῖ­νοι πού ὁρ­κί­ζον­ται. Σύμ­φω­νη φυ­σι­κά μέ τό λό­γο τοῦ Κυ­ρί­ου μας εἶ­ναι καί ἡ δι­δα­σκα­λί­α τῶν Πά­τε­ρων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας πού κη­ρύτ­τουν ὅ­τι ὅ­ποι­ος ὁρ­κί­ζε­ται ἔ­στω καί ἀ­λη­θι­νά, πα­ρα­βαί­νει νό­μο τοῦ Θε­οῦ, ἁ­μαρ­τά­νει.

Αὐ­τό ση­μαί­νει τό «μὴ ὀ­μό­σαι ὅ­λως». Καί προ­χω­ρεῖ λί­γο πα­ρα­πέ­ρα: «Ἔ­στω δέ ὁ λό­γος ὑ­μῶν ναί ναί, οὐ οὔ. Τό δέ πε­ρισ­σόν τού­των ἐκ τοῦ πο­νη­ροῦ ἐ­στιν». Ὁ λό­γος σας νά εἶ­ναι ναί, ὄ­χι, καί αὐ­τό τό ναί ἤ τό ὄ­χι νά ἀν­τα­πο­κρί­νε­ται στήν ἀ­λή­θεια. Μά ὁ ἄλ­λος ἀμ­φι­βάλ­λει. Δι­κό του τό πρό­βλη­μα. Ἐ­μεῖς δέν θά κα­τα­φύ­γου­με στόν ὅρ­κο. Αὐ­τή εἶ­ναι ἡ χρι­στι­α­νι­κή το­πο­θέ­τη­ση. Αὐ­τό γιά τίς ἰ­δι­ω­τι­κές ὑ­πο­θέ­σεις. Ἀλ­λά ὅ­ταν τό κρά­τος μέ κα­λεῖ στό δι­κα­στή­ριο ὡς μάρ­τυ­ρα καί δι­α­τά­ζει νά ὁρ­κι­στῶ;

Εἶ­ναι μί­α ἐ­ρώ­τη­ση πού κα­τά και­ρούς ἀ­πα­σχο­λεῖ πολ­λούς χρι­στια­νούς, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἄ­θε­λά τους πολ­λές φο­ρές ἐμ­πλέ­κον­ται σέ δι­κα­στι­κές ὑ­πο­θέ­σεις. Τί πρέ­πει νά κά­νω; Ἐ­άν δέν ὁρ­κι­στῶ, θά ὑ­πο­στῶ τίς συ­νέ­πει­ες τοῦ νό­μου, θά μοῦ ἀ­παγ­γελ­θεῖ κα­τη­γο­ρί­α, θά τι­μω­ρη­θῶ. Ἀ­παν­τοῦ­με. Ἄν εἶ­σαι ὀ­λι­γό­πι­στος καί χλια­ρός χρι­στια­νός, θά φο­βη­θεῖς καί θά ὁρ­κι­στεῖς. Ἡ συ­νεί­δη­σή σου θά σέ ἐ­λέγ­χει ὅ­τι πα­ρέ­βης ἐν­το­λή τοῦ Θε­οῦ. Ἄν εἶ­σαι πι­στός καί εὐ­σε­βής χρι­στια­νός καί ἀ­πο­φα­σι­σμέ­νος νά ὑ­πο­στεῖς τίς συ­νέ­πει­ες τοῦ νό­μου, τό­τε στό δι­κα­στή­ριο ὕ­ψω­σε τή φω­νή σου καί πές: «Δέν ὁρ­κί­ζο­μαι γιά λό­γους συ­νει­δή­σε­ως. Εἶ­μαι Ὀρ­θό­δο­ξος Χρι­στια­νός».

Ὅ­ταν βρε­θοῦ­με, ἀ­δελ­φοί μου, ἀν­τι­μέ­τω­ποι μέ τό νό­μο τῶν ἀν­θρώ­πων καί τό νό­μο τοῦ Θε­οῦ ἄς ποῦ­με κι ἐ­μεῖς ἐ­κεῖ­νο πού εἶ­παν οἱ ἀ­πό­στο­λοι στό συ­νέ­δριο τῶν Ἰ­ου­δαί­ων: «πει­θαρ­χεῖν δεῖ Θε­ῷ μᾶλ­λον ἤ ἀν­θρώ­ποις», γιά νά ἔ­χου­με τήν εὐ­λο­γί­α τοῦ Τρι­α­δι­κοῦ Θε­οῦ. Ἀ­μήν.
ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

15 Μαρτίου 2015 - Κυριακὴ Γ΄ Νηστειῶν
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 11
Κυ­ρια­κὴ Γ΄ Νη­στει­ῶν
15 Μαρ­τί­ου 2015
(Ἑ­βρ. δ΄ 14 – ε΄, 6)

«Κρα­τῶ­μεν τῆς ὁ­μο­λο­γί­ας» (Ἑ­βρ. δ΄, 14)

Σή­με­ρα, ἀ­δελ­φοί μου, βρι­σκό­μα­στε στή μέ­ση τῆς Μ. Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας προ­βάλ­λει ἐ­νώ­πιόν μας τόν Τί­μιο Σταυ­ρό τοῦ Κυ­ρί­ου καί μᾶς κα­λεῖ νά Τόν προ­σκυ­νή­σου­με γιά νά λά­βου­με Χά­ρη.

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015

Δέσποινα παντευλόγητε...

Δέσποινα παντευλόγητε, Υπέραγνε Παρθένε,
Παράδεισε πανθαύμαστε, κήπε καλλωπισμένε,
Σε δυσωπώ, Πανάχραντε, χαρίτωσον τον νουν μου,
κατεύθυνον τας σκέψεις μου, φώτισον την ψυχήν μου.
Κόρη με ποίησον αγνόν, πράον, σεμνόν, ανδρείον,
ησύχιον και κόσμιον, ευθύν, όσιον, θείον,
επιεική, μακρόθυμον, των αρετών δοχείον,
άμεμπτον, ανεπίληπτον, των αγαθών ταμείον.
Δος μοι σοφίαν, σύνεσιν και μετριοφροσύνην,

φρόνησιν και απλότητα και ταπεινοφροσύνην.
Δος μοι νηφαλιότητα, όμμα πεφωτισμένον,
διάνοιαν ολόφωτον, πνεύμα εξηγνισμένον.
Απέλασον την οίησιν, την υπερηφανίαν,
τον τύφον, την φυσίωσιν, και την αλαζονείαν,
την ύβριν, το αγέρωχον, την υψηλοφροσύνην,
γλώσσα μεγαλορρήμονα, ισχυρογνωμοσύνην.
Την αστασία την φρικτήν, την περιττολογίαν,
την πονηρία την πολλήν, και την αισχρολογίαν.
Χάρισαί μοι, Πανάχραντε, την ηθικήν ανδρείαν,
το θάρρος, την ευστάθειαν, δος μοι την καρτερίαν.
Δος μοι την αυταπάρνησιν, την αφιλαργυρίαν,
ζήλον μετ’επιγνώσεως και αμνησικακίαν.
Δος μοι ακεραιότητα, ευγένειαν καρδίας,
πνεύμα ευθές, ειρηνικόν, και πνεύμα αληθείας.
Φυγάδευσον, Πανάχραντε, τα πάθη της καρδίας,
τα πολυώνυμα, Αγνή, της ηθικής δειλίας.
Την αναδρίαν την αισχράν, το θράσος, την δειλίαν,
την ατολμίαν την δεινήν και την απελπισίαν.
Άρον μοι, Κόρη, τον θυμόν και πάσαν ραθυμίαν,
την αθυμία, την οργήν, ως και την οκνηρίαν.
Τον φθόνον, την εμπάθειαν, το μίσος, την κακίαν,
την μήνιν, την εκδίκησιν και την μνησικακίαν.
Την έριδα την ευτελή και την πολυλογίαν,
την γλωσσαλγίαν την δεινήν και την βωμολοχίαν.
Δος μοι, Παρθένε, αίσθησιν, δος μοι ευαισθησίαν.
Δος μοι συναίσθησιν πολλήν και ευσυνειδησίαν.
Δος μοι, Παρθένε, την χαράν Πνεύματος του Αγίου.
Δος μοι ειρήνην τη ψυχή, ειρήνην του Κυρίου.
Δος μοι αγάπην, έρωτα θείον, εξηγηγνισμένον,
πολύν, θερμόν και καθαρόν και εξηγιασμένον.
Δος πίστιν ζώσαν, ενεργόν, θερμήν, αγνήν, αγίαν,
ελπίδα αδιάσειστον, βεβαίαν και οσίαν.
Άρον απ’εμού, Παρθένε, τον κλοιόν της αμαρτίας,
την αμέλειαν, την μέθην, την ανελεημοσύνην,
τα κακάς επιθυμίας, την δεινήν ακολασίαν,
γέλωτας της ασελγείας και την πάσαν κακουργίαν.
Σωφροσύνην δος μοι, Κόρη, δος εγκράτειαν, νηστείαν,
προσοχήν και αγρυπνίαν και υπακοήν τελείαν.
Δος μοι προσοχήν εν πάσι και διάκρισιν οξείαν,
σιωπήν και ευκοσμίαν, και υπομονήν οσίαν.
Επιμέλειαν παράσχου, Δέσποινα, προς εργασίαν,
προς τελείωσιν και ζήλον αρετών προς γυμνασίαν.
Την ψυχήν μου, την καρδίαν και τον νουν μου, Παναγία,
τήρει εν αγιωσύνη, φύλαττε εν παρθενία.


Αρχ. Δαμασκηνός Λιονάκης

Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

8 Μαρτίου 2015 - Κυριακή Β' Νηστειῶν
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 10
Κυ­ρια­κὴ Β΄ Νη­στει­ῶν
8 Μαρ­τί­ου 2015
(Ἑ­βρ. α΄ 10 – β΄, 3)

«…πῶς ἡ­μεῖ­ς ἐκ­φευ­ξό­με­θα τη­λι­καύ­της ἀ­με­λή­σαν­τες σω­τη­ρί­ας;»
(Ἑ­βρ. β΄, 3)

Ἀ­λή­θεια, ἀ­δελ­φοί μου, πῶς θά πλη­σι­ά­σου­με τή Με­γά­λη Ἑ­βδο­μά­δα καί τά Πά­θη τοῦ Κυ­ρί­ου μας, ἄν δέν προ­σέ­ξου­με τό ἔρ­γο τῆς σω­τη­ρί­ας μας; Θά μι­λή­σου­με γιά ἕ­να ἁ­μάρ­τη­μα, πού ἐ­νῶ εἶ­ναι ἕ­να ἀ­πό τά ἑ­φτά θα­νά­σι­μα ἁ­μαρ­τή­μα­τα, δέν δί­νου­με τήν πρέ­που­σα προ­σο­χή καί ἄλ­λος πε­ρισ­σό­τε­ρο, ἄλ­λος λι­γό­τε­ρο, εἴ­μα­στε ἔ­νο­χοι. Τό ἁ­μάρ­τη­μα αὐ­τό εἶ­ναι ἡ ἀ­μέ­λεια.

Ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος μέ ἔν­το­νο τρό­πο μᾶς θέ­τει ἕ­να ἐ­ρώ­τη­μα: «Ἐ­άν ὁ πα­λαι­ός νό­μος, πού ἐ­λέ­χθη στόν Μω­υ­σῆ ἀ­πό τούς ἀγ­γέ­λους, ἀ­πε­δεί­χθη ἔγ­κυ­ρος καί ἰ­σχυ­ρός καί κά­θε πα­ρά­βα­ση καί πα­ρα­κο­ή ἔ­λα­βε ὡς μι­σθό της τήν δί­και­η τι­μω­ρί­α, πῶς ἐ­μεῖς θά δι­α­φύ­γου­με τὴν τι­μω­ρί­α, ἐ­άν πα­ρα­με­λή­σου­με μί­α τό­σο με­γά­λη καί ἀ­νε­κτί­μη­τη σω­τη­ρί­α;» Ἄν­θρω­ποι πού ἀ­μέ­λη­σαν τό κα­θῆ­κον τους στά χρό­νια τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης τι­μω­ρή­θη­καν μέ φο­βε­ρές τι­μω­ρί­ες, ὅ­πως ὁ κα­τα­κλυ­σμός, ἡ κα­τα­στρο­φή τῶν Σο­δό­μων, οἱ ἀρ­ρώ­στι­ες καί ἄλ­λες κα­τα­στρο­φές πού ὑ­πέ­στη­σαν οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι. Ἀλ­λά πιό με­γά­λες τι­μω­ρί­ες πε­ρι­μέ­νουν ἐ­μᾶς τούς χρι­στια­νούς πού, ἐ­νῶ εἴ­δα­με καί ἀ­κού­σα­με τά πιό θαυ­μα­στά πράγ­μα­τα καί ἀ­πο­λαμ­βά­νου­με τίς πιό με­γά­λες εὐ­ερ­γε­σί­ες τοῦ Θε­οῦ, δεί­χνου­με ἀ­μέ­λεια στήν ἐ­κτέ­λε­ση τῶν ἱ­ε­ρῶν μας κα­θη­κόν­των γιά τό ζή­τη­μα τῆς σω­τη­ρί­ας τῆς ψυ­χῆς.

Ἀλ­λά τί εἶ­ναι ἀ­μέ­λεια; Ὁ Θε­ός ἔ­δω­σε στόν ἄν­θρω­πο δι­α­νο­η­τι­κά, σω­μα­τι­κά καί πνευ­μα­τι­κά χα­ρί­σμα­τα, τά τά­λαν­τα, ὅ­πως τά ὀ­νο­μά­ζει ὁ Χρι­στός μας σέ μί­α πα­ρα­βο­λή. Τά ἔ­δω­σε μέ τήν ἐν­το­λή νά μήν τά ἀ­φή­νει ἀ­νεκ­με­τάλ­λευ­τα, νά μήν τά θά­βει στό λάκ­κο τῆς τεμ­πε­λιᾶς, ἀλ­λά νά δου­λεύ­ει καί ἔ­τσι νά προ­ο­δεύ­ει συ­νε­χῶς.

Ἡ γῆ γιά νά θρέ­ψει τόν ἄν­θρω­πο πρέ­πει νά καλ­λι­ερ­γη­θεῖ. Νά ξερ­ρι­ζω­θοῦν τά ἀγ­κά­θια, νά κα­θα­ρι­στεῖ ἀ­πό τίς πέ­τρες, νά ὀρ­γω­θεῖ, νά δε­χθεῖ τό σπό­ρο, νά πο­τι­σθεῖ∙ ὅ­λα αὐ­τά ἀ­παι­τοῦν κό­πους. Ἡ ἐν­το­λή τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι πώς μέ τόν ἱ­δρώ­τα τοῦ προ­σώ­που του ὁ ἄν­θρω­πος θά τρώ­ει τό ψω­μί του. Ὁ γε­ωρ­γός λοι­πόν ἀλ­λά καί ὁ βο­σκός καί ὁ ψα­ράς κι ὁ μα­ραγ­κός, ὁ ναυ­τι­κός, ὁ δά­σκα­λος ὅ­λοι πρέ­πει νά ἀ­γα­ποῦν τήν ἐρ­γα­σί­α τους καί νά τήν ἐ­κτε­λοῦν μέ πολ­λή ἐ­πι­μέ­λεια. Εὐ­λο­γί­α Θε­οῦ ὑ­πάρ­χει στά μέ­ρη ὅ­που ὅ­λοι οἱ ἄν­θρω­ποι ἐρ­γά­ζον­ται ἀ­νά­λο­γα μέ τίς δυ­νά­μεις τους καί κα­νέ­νας δέν τεμ­πε­λιά­ζει.

Ὅ­που ὅ­μως οἱ ἄν­θρω­ποι δέν ἐρ­γά­ζον­ται μέ ζῆ­λο καί ἐ­πι­μέ­λεια, ἐ­κεῖ πα­ρα­τη­ρεῖ­ται ἀ­τα­ξί­α καί σύγ­χυ­ση. Ὅ­πως ἔ­λε­γαν οἱ ἀρ­χαῖ­οι μας πρό­γο­νοι: «ἀρ­γί­α μή­τηρ πά­σης κα­κί­ας». Ἄν γιά πα­ρά­δειγ­μα ὁ μη­χα­νι­κός αὐ­το­κι­νή­των δέν εἶ­ναι ἐ­πι­με­λής στήν ἐρ­γα­σί­α του καί ἡ ἐ­λατ­τω­μα­τι­κή μη­χα­νή θά κα­τα­στρα­φεῖ καί δυ­στύ­χη­μα θά γί­νει. Ἄν ὁ φύ­λα­κας τῆς σι­δη­ρο­δρο­μι­κῆς γραμ­μῆς ἀ­με­λή­σει τό κα­θῆ­κον του, θά γί­νει αἰ­τί­α σύγ­κρου­σης τραί­νων μέ δυ­σά­ρε­στα ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα. Πό­σα δυ­στυ­χή­μα­τα δέν ἔ­χουν συμ­βεῖ γιά ἕ­να λε­πτό ἀ­προ­σε­ξί­ας!

Ἄς προ­χω­ρή­σου­με ὅ­μως λί­γο πε­ρισ­σό­τε­ρο. Ὑ­πάρ­χει ἀ­μέ­λεια στά ἔρ­γα πού ἀ­φο­ροῦν τήν ὑ­λι­κή καί σω­μα­τι­κή ζω­ή τοῦ ἀν­θρώ­που, ἀλ­λά ὑ­πάρ­χει καί βα­ρύ­τε­ρη πού ἀ­φο­ρᾶ κά­τι ἀ­πεί­ρως ἀ­νώ­τε­ρο ἀ­πό τό σῶ­μα, τήν ψυ­χή. Ἀλ­λοί­μο­νο ἄν ὅ­λη τή δρα­στη­ρι­ό­τη­τά του ὁ ἄν­θρω­πος τήν ἐ­ξαν­τλεῖ γιά τό σῶ­μα καί ἀ­με­λεῖ τό ὕ­ψι­στο θέ­μα τῆς σω­τη­ρί­ας τῆς ψυ­χῆς του, ἡ ὁ­ποί­α ἔ­χει ἀ­νε­κτί­μη­τη ἀ­ξί­α. Καί μό­νο τό γε­γο­νός ὅ­τι ὁ Θε­ός κα­τέ­βη­κε ἀ­πό τόν οὐ­ρα­νό καί ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος καί ὑ­πέ­στη τήν σταύ­ρω­ση γιά νά σώ­σει τόν ἄν­θρω­πο, αὐ­τό καί μό­νο τό γε­γο­νός ἄν τό σκε­φθεῖ ὁ ἄν­θρω­πος, ἀρ­κεῖ γιά νά ἀ­πο­δεί­ξει τήν ἀ­ξί­α τῆς ψυ­χῆς.

Ὁ Χρι­στός μᾶς τό­νι­σε αὐ­τή τήν ἀ­λή­θεια κα­τη­γο­ρη­μα­τι­κά: «Τί γάρ ὠ­φε­λή­σει ἄν­θρω­πον ἐ­άν κερ­δή­σῃ τόν κό­σμον ὅ­λον, καί ζη­μι­ω­θῇ τήν ψυ­χήν αὐ­τοῦ;» (Μάρκ. η, 36). Τό νά χά­σει κα­νείς τή σω­τη­ρί­α τῆς ψυ­χῆς του εἶ­ναι ἡ πιό με­γά­λη συμ­φο­ρά. Τό νά σώ­σει κα­νείς τήν ψυ­χή του εἶ­ναι τό πιό με­γά­λο ἐ­πί­τευγ­μα.

Ὁ Θε­ός θέ­λει τή σω­τη­ρί­α μας. Μέ ἕ­ναν ὅ­ρο: νά προ­σφέ­ρει καί ὁ ἄν­θρω­πος τή θέ­λη­σή του. Νά πι­στέ­ψει στό Χρι­στό καί νά ἐρ­γά­ζε­ται πνευ­μα­τι­κά. Νά προ­σεύ­χε­ται, νά νη­στεύ­ει τίς μέ­ρες πού ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας ὁ­ρί­ζει, νά συμ­με­τέ­χει στά Μυ­στή­ρια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας καί προ­πάν­των στή Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α μέ τήν κα­τάλ­λη­λη προ­ε­τοι­μα­σί­α καί τήν ὑ­πα­κο­ή στόν Πνευ­μα­τι­κό. Μέ τήν προ­σφο­ρά ἠ­θι­κῆς καί ὑ­λι­κῆς βο­ή­θειας στό συ­νάν­θρω­πο.

Ὁ λό­γος τοῦ Θε­οῦ, ἀ­δελ­φοί μου, δέν μᾶς ἀ­πει­λεῖ. Μᾶς προ­ει­δο­ποι­εῖ ὅ­μως ὅ­τι τά ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα τῆς ἀ­μέ­λειας γιά τή σω­τη­ρί­α μας θά εἶ­ναι κα­τα­στρε­πτι­κά γιά τό πα­ρόν καί γιά τό αἰ­ώ­νιο μέλ­λον μας. Ἄς προ­σπα­θή­σου­με νά μοι­ά­σου­με μέ τίς φρό­νι­μες παρ­θέ­νες καί μέ ἐ­κεῖ­νον πού ἐρ­γα­ζό­με­νος τά πέν­τε τά­λαν­τα τά δι­πλα­σί­α­σε, γιά νά κλη­ρο­νο­μή­σου­με τή Βα­σι­λεί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν. Ἀ­μήν.
ΠΗΓΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ Ι.Μ.ΧΙΟΥ ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Φοβόμαστε να ταπεινωθούμε...

«...Ο Θεός δεν φοβήθηκε αλλά ο ίδιος ταπεινώθηκε κι ευλόγησε την ταπείνωση. Εμείς όμως, την φοβόμαστε γιατί το κοσμικό φρόνημα που κυβερνά τη ζωή μας έχει αφαιρέσει από μέσα μας κάθε σεμνότητα και κάθε πίστη.
Αλλά έρχονται κάθε τόσο ώρες δύσκολες στη ζωή του κάθε ανθρώπου, όπου χρειάζεται να ξεκαθαρίσει τη θέση του. Να δείξει με τα έργα του αν πιστεύει απόλυτα στην αλήθεια του Χριστού. Να συναισθανθεί τα σφάλματά του και ν' αφήσει το βίο του ολόκληρο να μοσκοβολήσει από την ευωδία της ταπεινοφροσύνης.
Το Ευαγγέλιο μας λέγει πως θα υψωθεί μονάχα εκείνος που έχει ταπεινώσει τον εαυτό του. Ο Κύριος του ουρανού και της γης ήρθε στον κόσμο με άκρα ταπείνωση. Κι εμείς που κομπάζουμε πως τον ακολουθούμε, περιφρονούμε τη μεγάλη αυτή αρετή και διστάζουμε να δεχτούμε την ταπείνωση ως κανόνα ζωής. Αλλά η χάρη του Θεού δεν επισκέπτεται παρά μονάχα τους ταπεινούς».


Πηγή: Κ. Τσιρόπουλος, «Διάλογος του Χριστιανισμού με την εποχή μας», Το κανδυλάκι

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Σε Σένα μόνο έχω εμπιστοσύνη!

ΤΙ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΣΤΕ ΣΗΜΕΡΑ;
ΜΗΠΩΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΑΡΑ ΤΟΝ ΘΕΟ;


Όταν μπαίνουμε στο λεωφορείο, ένας άνθρωπος οδηγεί το λεωφορείο, και όμως τον εμπιστευόμαστε. Μπαίνουμε στο λεωφορείο, καθόμαστε και μπορεί να μας πάρει και ο ύπνος, τόσο ήσυχοι είμαστε, τόση σιγουριά νιώθουμε.

Τι σημαίνει αυτό;
Ότι έχουμε... εμπιστοσύνη στον οδηγό του αυτοκινήτου.

Μπαίνουμε στο αεροπλάνο και κρέμεται είτε η δική μας ζωή είτε όλων των επιβατών, στα χέρια και στην επινόηση και στην κατανόηση του πιλότου, και όμως είμαστε σίγουροι.

Ζητάμε και καλή θέση, ζητάμε και παράθυρο για να απολαμβάνουμε τη θέα, να πίνουμε και το καφεδάκι μας και να καμαρώνουμε ότι πετάμε στους αιθέρες.

Τι σημαίνει αυτό;
Ότι έχουμε εμπιστοσύνη σε έναν άνθρωπο που λέγεται πιλότος.
 

Μας δίνει ο γιατρός μια συνταγή, μας δίνει κάποια φάρμακα και πηγαίνουμε στον φαρμοκοποιό, του δίνουμε τη συνταγή, παίρνουμε τα φάρμακα και φεύγουμε. Και τα παίρνουμε με πολλή ευλάβεια τα φάρμακα. Πειθαρχούμε απόλυτα στις οδηγίες του γιατρού. Έχουμε εμπιστοσύνη δηλαδή και στον φαρμαοκοποιό, αλλά και στον γιατρό.

Αλλά αν έχουμε εμπιστοσύνη στους ανθρώπους, γιατί δεν έχουμε εμπιστοσύνη στον Θεό; Γιατί κλονίζεται η δική μας εμπιστοσύνη;
 

Πάμε και γονατίζουμε και θέλουμε με το που χτυπάμε μια φορά την πόρτα του Θεού και των Αγίων, έχουμε την απαίτηση αμέσως να μας ανοίξουν.

Έχουμε Πίστη;
 
Έχουμε εμπιστοσύνη;

Αν έχουμε εμπιστοσύνη στον οδηγό, στον πιλότο, στον γιατρό, στον φαρμακοποιό, γιατί δεν έχουμε εμπιστοσύνη στον Θεό;

Ας αφήσουμε πάνω στα χέρια του Θεού το όλον της ζωής μας και να είμαστε σίγουροι ότι ο Κύριος θα επιλαμβάνεται όλων των αναγκών και των προβλημάτων της ζωής μας.

ΚΥΡΙΕ!!!
Δεν έχω εμπιστοσύνη σε τίποτε άλλο, ούτε στον εαυτό μου, ούτε στα λεφτά μου, ούτε στα αξιώματά μου, ούτε στους δυνατούς, ούτε στους μεγάλους, ούτε στους τρανούς, ούτε στα παρόντα, ούτε στα μέλλοντα.
ΣΕ ΣΕΝΑ ΜΟΝΟ, ΚΥΡΙΕ, ΕΧΩ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ!!!